Reisning på gresk
Oversettelse: reisning, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
στύση, ανέγερση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
Andre språk
Relaterte ord: reisning
dårlig reisning, kundalini reisning, manglende reisning, mister reisning, musikalsk reisning, reisning språk ordbok gresk, reisning på gresk
Oversettelser
- reisegods på gresk - αποσκευές, Χώρος, αποσκευών, τις αποσκευές, των αποσκευών
- reisende på gresk - ταξιδιώτης, ταξιδιώτες, τους ταξιδιώτες, ταξιδιώτες του, τους ταξιδιώτες του, ταξιδιωτών
- rekke på gresk - βαθμός, αλληλουχία, βαθμίδα, καβγάς, κωπηλατώ, βαθμολογώ, κατατάσσω, ...
- rekkefølge på gresk - αλληλουχία, διαδοχή, κατεύθυνση, διεύθυνση, Ταξινόμηση, Σκηνοθεσία, την κατεύθυνση
Tilfeldige ord
Reisning på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: στύση, ανέγερση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
Oversettelser: στύση, ανέγερση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης