Rekke på gresk
Oversettelse: rekke, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
βαθμός, αλληλουχία, βαθμίδα, καβγάς, κωπηλατώ, βαθμολογώ, κατατάσσω, διαδοχή, σειρά, σειράς, σειρές, κάποιες, σειρών
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: rekke
geometrisk rekke, rekke antonymer, rekke betydning, rekke biologi, rekke definisjon, rekke språk ordbok gresk, rekke på gresk
Oversettelser
- reisende på gresk - ταξιδιώτης, ταξιδιώτες, τους ταξιδιώτες, ταξιδιώτες του, τους ταξιδιώτες του, ταξιδιωτών
- reisning på gresk - στύση, ανέγερση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
- rekkefølge på gresk - αλληλουχία, διαδοχή, κατεύθυνση, διεύθυνση, Ταξινόμηση, Σκηνοθεσία, την κατεύθυνση
- rekkevidde på gresk - φάσμα, εμβέλεια, διακυμαίνομαι, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, φτάσει, ...
Tilfeldige ord
Rekke på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: βαθμός, αλληλουχία, βαθμίδα, καβγάς, κωπηλατώ, βαθμολογώ, κατατάσσω, διαδοχή, σειρά, σειράς, σειρές, κάποιες, σειρών
Oversettelser: βαθμός, αλληλουχία, βαθμίδα, καβγάς, κωπηλατώ, βαθμολογώ, κατατάσσω, διαδοχή, σειρά, σειράς, σειρές, κάποιες, σειρών