Sløsing på gresk
Oversettelse: sløsing, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
σπαταλώ, απόβλητα, λύμα, σπατάλη, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
Andre språk
Relaterte ord: sløsing
sløsing antonymer, sløsing av mat, sløsing av penger, sløsing av vann, sløsing betydning, sløsing språk ordbok gresk, sløsing på gresk
Oversettelser
- slå på gresk - μάνταλο, γογγύζω, μανταλώνω, ήττα, δονούμαι, διακόπτης, διακόπτη, ...
- slør på gresk - πέπλος, πέπλο, πέπλου, το πέπλο, καταπέτασμα, βέλο
- sløv på gresk - αμβλύς, απότομος, μουντός, μουχρός, μονοκόμματος, πληκτικός, βαρετός, ...
- smak på gresk - γεύση, χαστούκι, καρπαζιά, απολαμβάνω, γούστο, γεύομαι, χαστουκίζω, ...
Tilfeldige ord
Sløsing på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: σπαταλώ, απόβλητα, λύμα, σπατάλη, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα
Oversettelser: σπαταλώ, απόβλητα, λύμα, σπατάλη, αποβλήτων, των αποβλήτων, απορριμμάτων, τα απόβλητα