Tilføyelse på gresk
Oversettelse: tilføyelse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
συμπληρώνω, συμπλήρωμα, τροποποίηση, τροπολογία, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: tilføyelse
tilføyelse antonymer, tilføyelse betydning, tilføyelse definisjon, tilføyelse engelsk, tilføyelse grammatikk, tilføyelse språk ordbok gresk, tilføyelse på gresk
Oversettelser
- tilfredsstille på gresk - ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει
- tilføye på gresk - προσθέτω, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, να προσθέσετε
- tilgang på gresk - προσχώρηση, άνοδος, ένταξη, απόκτημα, πρόσβαση, Η πρόσβαση, Access, ...
- tilgi på gresk - χάρη, συγχωρώ, συγχώρηση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Tilfeldige ord
Tilføyelse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: συμπληρώνω, συμπλήρωμα, τροποποίηση, τροπολογία, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία
Oversettelser: συμπληρώνω, συμπλήρωμα, τροποποίηση, τροπολογία, τροπολογίας, τροποποίησης, την τροπολογία