Undersøkelse på gresk
Oversettelse: undersøkelse, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
διεργασία, ερώτηση, έρευνα, δοκιμασία, εξέταση, δίκη, εξερεύνηση, ελέγχω, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: undersøkelse
ct, ct undersøkelse, gynekologisk undersøkelse, mr, mr undersøkelse, undersøkelse språk ordbok gresk, undersøkelse på gresk
Oversettelser
- understreke på gresk - άγχος, τονίζω, στρες, τόνος, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, ...
- undersøke på gresk - εξετάζω, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, εξετάζουν
- undertiden på gresk - μερικές φορές, ενίοτε, ορισμένες φορές, φορές, κάποιες φορές
- undertrykke på gresk - καταστολή, καταστέλλουν, καταστείλει, καταστείλουν, καταστέλλει
Tilfeldige ord
Undersøkelse på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: διεργασία, ερώτηση, έρευνα, δοκιμασία, εξέταση, δίκη, εξερεύνηση, ελέγχω, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Oversettelser: διεργασία, ερώτηση, έρευνα, δοκιμασία, εξέταση, δίκη, εξερεύνηση, ελέγχω, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις