Utsikt på gresk
Oversettelse: utsikt, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
άποψη, σκοπιά, θωριά, όψη, προοπτική, πλευρά, ορίζοντας, τσιλιαδόρος, όραση, θέα, ενόψει, προβολή
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: utsikt
kongens utsikt, utsikt antonymer, utsikt betydning, utsikt budapest, utsikt definisjon, utsikt språk ordbok gresk, utsikt på gresk
Oversettelser
- utsending på gresk - απεσταλμένος, απεσταλμένου, Απεσταλμένο, απεσταλμένος του, απεσταλμένου της
- utsette på gresk - αναβάλλω, καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
- utskifting på gresk - αντικαταστάτης, διακόπτης, αλλάζω, αλλαγή, αντικατάσταση, αντικατάστασης, την αντικατάσταση, ...
- utslett på gresk - απερίσκεπτος, παράτολμος, εξάνθημα, εξανθήματος, εξανθήματα, αναφυλαξία, το εξάνθημα
Tilfeldige ord
Utsikt på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: άποψη, σκοπιά, θωριά, όψη, προοπτική, πλευρά, ορίζοντας, τσιλιαδόρος, όραση, θέα, ενόψει, προβολή
Oversettelser: άποψη, σκοπιά, θωριά, όψη, προοπτική, πλευρά, ορίζοντας, τσιλιαδόρος, όραση, θέα, ενόψει, προβολή