Utvikling på gresk
Oversettelse: utvikling, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ανάπτυξη, προοδεύω, πρόοδος, εξέλιξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, της ανάπτυξης
Andre språk
Relaterte ord: utvikling
app utvikling, barn utvikling, barnets utvikling, barns utvikling, bærekraftig utvikling, utvikling språk ordbok gresk, utvikling på gresk
Oversettelser
- utvidelse på gresk - έκταση, προέκταση, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη
- utvikle på gresk - αναπτύσσω, αναπτύσσομαι, εξελίσσομαι, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, ...
- utvilsom på gresk - αναμφισβήτητος, αναμφίβολος, αδιαμφισβήτητη, αδιαμφισβήτητο, αδιαμφισβήτητος
- utvinning på gresk - εξαγωγή, καταγωγή, ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκαμψη, αποκατάστασης, ανάκαμψης
Tilfeldige ord
Utvikling på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ανάπτυξη, προοδεύω, πρόοδος, εξέλιξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, της ανάπτυξης
Oversettelser: ανάπτυξη, προοδεύω, πρόοδος, εξέλιξη, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, της ανάπτυξης