Vogn på gresk

Oversettelse: vogn, Ordbok: norsk » gresk

Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
προπονώ, βαγόνι, προπονητής, άμαξα, κουβαλώ, αραμπάς, πούλμαν, χειράμαξα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
Vogn på gresk
Relaterte ord
Andre språk

Relaterte ord: vogn

baby vogn, babyshop, barnevogn, brio, brio vogn, vogn språk ordbok gresk, vogn på gresk

Oversettelser

  • vits på gresk - αστείο, σκέρτσο, ανέκδοτο, αστείου, αστεία, το αστείο
  • vittig på gresk - σπιρτόζος, πνευματώδης, ευφυής, πνευματώδη, πνευματώδεις, πνευματώδες
  • vokabular på gresk - λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
  • vokal på gresk - φωνητικά, φωνή, vocals, τα φωνητικά, τραγούδι
Tilfeldige ord
Vogn på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: προπονώ, βαγόνι, προπονητής, άμαξα, κουβαλώ, αραμπάς, πούλμαν, χειράμαξα, αυτοκίνητο, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό