Ynkelig på gresk
Oversettelse: ynkelig, Ordbok: norsk » gresk
Kildespråk:
norsk
Målspråk:
gresk
Oversettelser:
ταπεινός, χάλια, οικτρός, κακόμοιρος, αξιολύπητος, ελεεινός, άθλιος, πενιχρός, συμπονετικός, θλιβερή, αξιοθρήνητη, αξιολύπητη, αξιοθρήνητα
Relaterte ord
Andre språk
Relaterte ord: ynkelig
ynkelig antonymer, ynkelig betydning, ynkelig definisjon, ynkelig engelsk, ynkelig grammatikk, ynkelig språk ordbok gresk, ynkelig på gresk
Oversettelser
- yndig på gresk - καραμέλα, τετραπέρατος, γλυκός, πανέξυπνος, χαριτωμένος, χαριτωμένο, χαριτωμένα, ...
- yndling på gresk - θωπεύω, αγαπημένο, αγαπημένη, το αγαπημένο, αγαπημένες, τα αγαπημένα
- yrke på gresk - επιτήδευμα, παρατάσσω, επενδύω, κατάληψη, επάγγελμα, ρυτίδα, κατοχή, ...
- yte på gresk - παρέχουν, παρέχει, να παρέχουν, παράσχει, παροχή
Tilfeldige ord
Ynkelig på gresk - Ordbok: norsk » gresk
Oversettelser: ταπεινός, χάλια, οικτρός, κακόμοιρος, αξιολύπητος, ελεεινός, άθλιος, πενιχρός, συμπονετικός, θλιβερή, αξιοθρήνητη, αξιολύπητη, αξιοθρήνητα
Oversettelser: ταπεινός, χάλια, οικτρός, κακόμοιρος, αξιολύπητος, ελεεινός, άθλιος, πενιχρός, συμπονετικός, θλιβερή, αξιοθρήνητη, αξιολύπητη, αξιοθρήνητα