Uprawnienie po grecku
Tłumaczenie: uprawnienie, Słownik: polski » grecki
Język źródłowy:
polski
Język docelowy:
grecki
Tłumaczenia:
αυθεντία, εξουσία, δεξιός, ελευθερία, δικαίωμα, σωστός, τίτλος, ένταλμα, κύρος, δύναμη, εξουσιοδότηση, άδεια, άδειας, έγκριση, αδείας
- Jak powiedzieć uprawnienie po grecku?
- Tłumaczenia uprawnienie w języku greckim!
- Jak przetłumaczyć uprawnienie na język grecki?
- Translacja słówka uprawnienie po grecku
Powiązane słowa
Pozostałe języki
Powiązane słowa / Znaczenie: uprawnienie
uprawnienie antonimy, uprawnienie b96, uprawnienie budowlane, uprawnienie dn, uprawnienie gramatyka, uprawnienie słownik językowy grecki, uprawnienie po grecku
Tłumaczenia
- uprawnianie po grecku - ενδυνάμωση, ενδυναμώσει, εξουσιοδοτούν, εξουσιοδοτήσει, ενδυνάμωση των
- uprawniać po grecku - ένταλμα, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα
- uprawniony po grecku - εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί
- uprawnić po grecku - τιτλοφορώ, ένταλμα, να επιτρέψει, να εγκρίνει, εξουσιοδοτήσει, επιτρέπουν, να επιτρέπουν
Losowe słowa
Uprawnienie po grecku - Słownik: polski » grecki
Tłumaczenia: αυθεντία, εξουσία, δεξιός, ελευθερία, δικαίωμα, σωστός, τίτλος, ένταλμα, κύρος, δύναμη, εξουσιοδότηση, άδεια, άδειας, έγκριση, αδείας
Tłumaczenia: αυθεντία, εξουσία, δεξιός, ελευθερία, δικαίωμα, σωστός, τίτλος, ένταλμα, κύρος, δύναμη, εξουσιοδότηση, άδεια, άδειας, έγκριση, αδείας