Wnioskować po grecku
Tłumaczenie: wnioskować, Słownik: polski » grecki
Język źródłowy:
polski
Język docelowy:
grecki
Tłumaczenia:
συμπεραίνομαι, υπολογίζω, καταλήγω, προκαλώ, παρακαλώ, συμπεραίνω, διαφωνώ, συνάγω, ζητώ, παράκληση, διαπληκτίζομαι, επιχειρηματολογώ, τελειώνω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν
- Jak powiedzieć wnioskować po grecku?
- Tłumaczenia wnioskować w języku greckim!
- Jak przetłumaczyć wnioskować na język grecki?
- Translacja słówka wnioskować po grecku
Powiązane słowa
Pozostałe języki
Powiązane słowa / Znaczenie: wnioskować
wnioskować antonimy, wnioskować gramatyka, wnioskować krzyżówka, wnioskować o, wnioskować o coś, wnioskować słownik językowy grecki, wnioskować po grecku
Tłumaczenia
- wnioskodawca po grecku - αιτών, προσφεύγουσα, προσφεύγουσας, αιτούντα, προσφεύγων
- wnioskowanie po grecku - ζητώ, συλλογισμός, έκπτωση, παρακαλώ, συγκεντρώνομαι, παράκληση, συλλογιστικός, ...
- wnosić po grecku - καταλύω, συμπεραίνω, ανατρέφω, συμπεραίνομαι, συνεισφέρω, τελειώνω, υψώνω, ...
- wnoszenie po grecku - φέρνοντας, άσκηση, φέρει, ασκήσεως, την άσκηση
Losowe słowa
Wnioskować po grecku - Słownik: polski » grecki
Tłumaczenia: συμπεραίνομαι, υπολογίζω, καταλήγω, προκαλώ, παρακαλώ, συμπεραίνω, διαφωνώ, συνάγω, ζητώ, παράκληση, διαπληκτίζομαι, επιχειρηματολογώ, τελειώνω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν
Tłumaczenia: συμπεραίνομαι, υπολογίζω, καταλήγω, προκαλώ, παρακαλώ, συμπεραίνω, διαφωνώ, συνάγω, ζητώ, παράκληση, διαπληκτίζομαι, επιχειρηματολογώ, τελειώνω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν