Abrasar em grego
Tradução: abrasar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
γυαλίζω, λουστράρω, λούστρο, ερεθίζω, καίω, ευγενικός, κλιμάκωση, κλίμακας, στιλβώνω, ζεματίζω, λέπι, σκοράρω, εικοσαριά, βερνίκι, εξογκώνω, φουσκώνω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: abrasar
abrasar se, abrasar se significado, abrasar y abrazar, abrasar dicionario, abrasar significado, abrasar dicionário de língua grego, abrasar em grego
Traduções
- abrandar em grego - μαλακώνω, μαγαρίζω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
- abranger em grego - επιτυγχάνω, αγκάλιασμα, εσώκλειστο, σουξέ, κατασκευάζω, φτάνω, περίφραγμα, ...
- abrasivo em grego - τραχύς, τραχιά, λειαντικά, λειαντικό, λειαντικών, αποξεστικό
- abrasão em grego - αμυχή, απόξεση, φθορά, τριβή, στην τριβή, εκτριβή, εκτριβής
Palavras aleatórias
Abrasar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: γυαλίζω, λουστράρω, λούστρο, ερεθίζω, καίω, ευγενικός, κλιμάκωση, κλίμακας, στιλβώνω, ζεματίζω, λέπι, σκοράρω, εικοσαριά, βερνίκι, εξογκώνω, φουσκώνω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
Traduções: γυαλίζω, λουστράρω, λούστρο, ερεθίζω, καίω, ευγενικός, κλιμάκωση, κλίμακας, στιλβώνω, ζεματίζω, λέπι, σκοράρω, εικοσαριά, βερνίκι, εξογκώνω, φουσκώνω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται