Acabrunhar em grego
Tradução: acabrunhar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
νοτισμένος, μοιράζω, εκατόν, αλγεινός, οδυνηρός, ταπεινός, απονέμω, πόνος, αποστερώ, ατυχία, εξευτελίζω, πενθώ, θλίψη, διανέμω, θρηνώ, συντρίβω, εμποδίζω, στενοχωρώ, φέρουν σε δύσκολη θέση, φέρω σε δύσκολη θέση, έφερναν σε δύσκολη θέση
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: acabrunhar
acabrunhado significado, sinonimo de acabrunhar, definir acabrunhar, verbo acabrunhar, acabrunhar-se, acabrunhar dicionário de língua grego, acabrunhar em grego
Traduções
- acabar em grego - ολόκληρος, τέλος, τελειώνω, περατώνω, τερματισμός, ολοκληρώνω, λήγω, ...
- acabrunhado em grego - θλιμμένος
- academia em grego - ακαδημία, Ακαδημίας, Academy, σχολή, της Ακαδημίας
- acalentar em grego - βώλος, διατηρώ, αγαπάμε, να αγαπάμε, λατρεύουν, αγαπάμε τη
Palavras aleatórias
Acabrunhar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: νοτισμένος, μοιράζω, εκατόν, αλγεινός, οδυνηρός, ταπεινός, απονέμω, πόνος, αποστερώ, ατυχία, εξευτελίζω, πενθώ, θλίψη, διανέμω, θρηνώ, συντρίβω, εμποδίζω, στενοχωρώ, φέρουν σε δύσκολη θέση, φέρω σε δύσκολη θέση, έφερναν σε δύσκολη θέση
Traduções: νοτισμένος, μοιράζω, εκατόν, αλγεινός, οδυνηρός, ταπεινός, απονέμω, πόνος, αποστερώ, ατυχία, εξευτελίζω, πενθώ, θλίψη, διανέμω, θρηνώ, συντρίβω, εμποδίζω, στενοχωρώ, φέρουν σε δύσκολη θέση, φέρω σε δύσκολη θέση, έφερναν σε δύσκολη θέση