Achegar em grego
Tradução: achegar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
φαίνομαι, μέθοδος, προσέγγιση, προσεγγίζω, περίπου, πλησιάζω, πλησιάζωμεν, πλησιάζουν, πλησιάσουν, πλησιάσουμε, πλησιάσει
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: achegar
achegar-se a deus, achegar aproximar, achegar se, achegar significado, achegar a deus, achegar dicionário de língua grego, achegar em grego
Traduções
- achar em grego - σκέφτομαι, ανακαλύπτω, πιστεύω, θεωρώ, παραδόπιστος, νομίζω, σκέπτομαι, ...
- achatar em grego - ισιώνω, ισοπεδώνω, κολακεύω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
- acidental em grego - τυχαίος, τυχαία, τυχαίας, ακούσιας, τυχαίο
- acidente em grego - ατύχημα, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων
Palavras aleatórias
Achegar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: φαίνομαι, μέθοδος, προσέγγιση, προσεγγίζω, περίπου, πλησιάζω, πλησιάζωμεν, πλησιάζουν, πλησιάσουν, πλησιάσουμε, πλησιάσει
Traduções: φαίνομαι, μέθοδος, προσέγγιση, προσεγγίζω, περίπου, πλησιάζω, πλησιάζωμεν, πλησιάζουν, πλησιάσουν, πλησιάσουμε, πλησιάσει