Carga em grego
Tradução: carga, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
δουλειές, ρυτίδα, επενδύω, γεμίζω, βάρος, κατάληψη, φροντίδα, φρατζόλα, υπόθεση, επιχείρηση, φορτίο, φόρτωση, ζαλίκι, παρατάσσω, κατηγορία, δουλειά, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: carga
carga explosiva, carga abreu, carga e descarga de um condensador, carga formal, carga explosiva 3, carga dicionário de língua grego, carga em grego
Traduções
- careca em grego - καραφλός, φαλακρός, πάνω προς τα κάτω, κορυφή προς, την κορυφή προς, κορυφή προς τη
- carecer em grego - υστέρημα, έλλειψη, απαιτούν, απαιτεί, απαιτήσει, αναγκαία, απαιτούσε
- cargo em grego - ταχυδρομώ, δοκάρι, δεξίωση, ρόλος, θώκος, λειτουργώ, πόστο, ...
- caril em grego - καταριέμαι, κάρι, κάρυ, κάρρυ, curry, με κάρυ
Palavras aleatórias
Carga em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: δουλειές, ρυτίδα, επενδύω, γεμίζω, βάρος, κατάληψη, φροντίδα, φρατζόλα, υπόθεση, επιχείρηση, φορτίο, φόρτωση, ζαλίκι, παρατάσσω, κατηγορία, δουλειά, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Traduções: δουλειές, ρυτίδα, επενδύω, γεμίζω, βάρος, κατάληψη, φροντίδα, φρατζόλα, υπόθεση, επιχείρηση, φορτίο, φόρτωση, ζαλίκι, παρατάσσω, κατηγορία, δουλειά, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων