Dureza em grego
Tradução: dureza, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Outras línguas
Palavras relacionadas: dureza
dureza do granito, dureza da água em lisboa, dureza de um material, dureza da água, dureza das rochas, dureza dicionário de língua grego, dureza em grego
Traduções
- durante em grego - σκόνη, για, ενώ, κατά την διάρκεια, κατά, κατά τη διάρκεια, διάρκεια, ...
- durar em grego - υπομένω, αργά, φτουρώ, αργός, συνεχίζω, κατακρατώ, προχωρώ, ...
- duro em grego - αλύγιστος, άκαμπτος, δύσκολος, ισχυρός, σκληρός, πνίγω, σκληρά, ...
- duvidar em grego - αμφισβητώ, αμφίβολος, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αμφιβολίας, αμφιβολίες, αμφιβολιών, ...
Palavras aleatórias
Dureza em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Traduções: σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα