Duro em grego
Tradução: duro, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
αλύγιστος, άκαμπτος, δύσκολος, ισχυρός, σκληρός, πνίγω, σκληρά, σκληρό, σκληρού, σκληρή
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: duro
duro de matar 4.0, duro de matar 2, duro tyres, duro em ingles, duro de roer, duro dicionário de língua grego, duro em grego
Traduções
- durar em grego - υπομένω, αργά, φτουρώ, αργός, συνεχίζω, κατακρατώ, προχωρώ, ...
- dureza em grego - σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
- duvidar em grego - αμφισβητώ, αμφίβολος, αμφιβάλλω, αμφιβολία, αμφιβολίας, αμφιβολίες, αμφιβολιών, ...
- duvidoso em grego - αμφίβολος, αβέβαιος, ζύμη, αμφίβολο, επισφαλείς, αμφίβολη, επισφαλών
Palavras aleatórias
Duro em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: αλύγιστος, άκαμπτος, δύσκολος, ισχυρός, σκληρός, πνίγω, σκληρά, σκληρό, σκληρού, σκληρή
Traduções: αλύγιστος, άκαμπτος, δύσκολος, ισχυρός, σκληρός, πνίγω, σκληρά, σκληρό, σκληρού, σκληρή