Grampo em grego
Tradução: grampo, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
συνδετήρας, πρωταγωνιστής, ψαλιδίζω, αστέρι, κύριος, αγκύλη, κουρεύω, πόρπη, βασικός, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: grampo
grampo sargento, grampo telefonico, grampo de cofragem, grampo de aperto, grampo croche, grampo dicionário de língua grego, grampo em grego
Traduções
- grama em grego - καταδότης, πόα, χόρτο, γρασίδι, χλόη, χορτάρι, χόρτου
- gramado em grego - δικηγόρος, πελούζα, γκαζόν, γρασίδι, χλοοτάπητα, χορτοτάπητα, γκαζόν για
- gramática em grego - μεγάλος, σπουδαίος, λαμπρός, γραμματική, γραμματικής, τη γραμματική, της γραμματικής, ...
- grande em grego - εξαιρετικός, σπουδαίος, μεγάλος, απίθανος, κορυδαλλός, λαμπρός, μεγάλη, ...
Palavras aleatórias
Grampo em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: συνδετήρας, πρωταγωνιστής, ψαλιδίζω, αστέρι, κύριος, αγκύλη, κουρεύω, πόρπη, βασικός, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Traduções: συνδετήρας, πρωταγωνιστής, ψαλιδίζω, αστέρι, κύριος, αγκύλη, κουρεύω, πόρπη, βασικός, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα