Imenso em grego
Tradução: imenso, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
απέραντος, τεράστιος, πελώριος, τεράστια, απέραντη, τεράστιες, τεράστιο, απέραντο
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: imenso
imenso portugal, imenso amor cifra, imenso amor letra, imenso amor, imenso oceano lda, imenso dicionário de língua grego, imenso em grego
Traduções
- imediatamente em grego - ξεκινώ, αμέσως, αμέσως με
- imediato em grego - στιγμιαίος, υποκινώ, αμέσως, γρήγορος, γοργός, στιγμή, ωθώ, ...
- imergir em grego - υποτάσσομαι, συναίσθημα, βουτώ, παραδίδομαι, υποστηρίζω, υποβάλλω, βυθίζετε, ...
- imigrar em grego - μεταναστεύω, μεταναστεύσουν, μεταναστεύουν, μεταναστεύσει, μετανάστευση
Palavras aleatórias
Imenso em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: απέραντος, τεράστιος, πελώριος, τεράστια, απέραντη, τεράστιες, τεράστιο, απέραντο
Traduções: απέραντος, τεράστιος, πελώριος, τεράστια, απέραντη, τεράστιες, τεράστιο, απέραντο