Pecado em grego
Tradução: pecado, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
αμαρτία, αμαρτάνω, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: pecado
pecado fatal, pecado mortal resumo, pecado capital, pecado fatal trailer, pecado fatal filme, pecado dicionário de língua grego, pecado em grego
Traduções
- paz em grego - ειρήνη, ησυχασμός, ειρήνης, την ειρήνη, της ειρήνης, ειρηνευτική
- país em grego - χώρα, πατρίδα, κράτος, προσαράσσω, έδαφος, κρατίδιο, γη, ...
- pecar em grego - αμαρτάνω, από, αμαρτία, αφού, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, ...
- peculiar em grego - της], κατέχω, προσωπικός, ιδιόμορφος, περίεργη, ιδιόμορφη, ιδιόμορφο, ...
Palavras aleatórias
Pecado em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: αμαρτία, αμαρτάνω, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα
Traduções: αμαρτία, αμαρτάνω, αμαρτίας, την αμαρτία, η αμαρτία, αμάρτημα