Sentar em grego
Tradução: sentar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
δεύτερος, δευτερόλεπτο, τόπος, εγκαθίσταμαι, καθίζω, κάθισμα, δεύτερον, τοποθετώ, κανονίζω, μέρος, κάθονται, καθίσει, να καθίσει, καθίστε, καθίσετε
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: sentar
sentar a mesa, sentar corretamente, sentar e alcançar, sentar convidados à mesa, sentar ou assentar, sentar dicionário de língua grego, sentar em grego
Traduções
- sensualidade em grego - πόθος, φιληδονία, αισθησιασμό, αισθησιασμού, τον αισθησιασμό, αισθησιασμός
- sensível em grego - ευαίσθητος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
- sentenciar em grego - πρόταση, χωρίζω, καταδικάζω, καταδίκη, χωριστός, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, ...
- sentença em grego - ξεχωριστός, πρόταση, ιδιαίτερος, χωρίζω, καταδικάζω, καταδίκη, χωριστός, ...
Palavras aleatórias
Sentar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: δεύτερος, δευτερόλεπτο, τόπος, εγκαθίσταμαι, καθίζω, κάθισμα, δεύτερον, τοποθετώ, κανονίζω, μέρος, κάθονται, καθίσει, να καθίσει, καθίστε, καθίσετε
Traduções: δεύτερος, δευτερόλεπτο, τόπος, εγκαθίσταμαι, καθίζω, κάθισμα, δεύτερον, τοποθετώ, κανονίζω, μέρος, κάθονται, καθίσει, να καθίσει, καθίστε, καθίσετε