Sujeito em grego
Tradução: sujeito, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
υπήκοος, ψυχή, ατομικός, θέμα, πρόσωπο, άνθρωπος, υποκείμενο, θνητός, θανάσιμος, αντικείμενο, κάποιος, άτομο, ανθρώπινος
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: sujeito
sujeito passivo, sujeito simples e composto, sujeito expletivo, sujeito composto, sujeito poético, sujeito dicionário de língua grego, sujeito em grego
Traduções
- sujar em grego - μαγαρίζω, λερωμένος, βρώμικος, βρώμικο, βρώμικα, βρώμικη, βρώμικες
- sujeitar em grego - υπήκοος, θέμα, υποκειμενικός, υποκείμενο, αντικείμενο, υπόκεινται, υπόκειται
- sujo em grego - ακάθαρτος, απαίσιος, αναίσθητος, ιδρύω, κολλώ, ανέντιμος, πτερύγιο, ...
- sul em grego - νότιος, μεσημβρινός, νότος, νότια, νότο, νότιο
Palavras aleatórias
Sujeito em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: υπήκοος, ψυχή, ατομικός, θέμα, πρόσωπο, άνθρωπος, υποκείμενο, θνητός, θανάσιμος, αντικείμενο, κάποιος, άτομο, ανθρώπινος
Traduções: υπήκοος, ψυχή, ατομικός, θέμα, πρόσωπο, άνθρωπος, υποκείμενο, θνητός, θανάσιμος, αντικείμενο, κάποιος, άτομο, ανθρώπινος