Suportar em grego

Tradução: suportar, Dicionário: português » grego

Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
υποφέρω, πάσχω, γεννώ, ντομάτα, εμμένω, υποστηρίζω, βοήθεια, συμπαράσταση, υπομένω, ανέχομαι, υποστήριγμα, αντέχω, παθαίνω, υπόγειος, συντηρώ, κρατώ, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Suportar em grego
Palavras relacionadas
Outras línguas

Palavras relacionadas: suportar

suportar a dor, suportar sinonimos, suportar sinonimo, suportar significado, suportar pensador, suportar dicionário de língua grego, suportar em grego

Traduções

  • suplício em grego - βασανισμός, βασανίζω, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
  • supor em grego - υποθέτω, εικασία, σκέφτομαι, μιμούμαι, καταπνίγω, μαντεύω, νομίζω, ...
  • suporte em grego - θήκη, διασπείρω, τρύπα, ξύσμα, αγκύλη, ξεφλουδίζω, βάθρο, ...
  • suposição em grego - μαντεύω, καλεσμένος, φιλοξενούμενος, εικασία, υπόθεση, παραδοχή, ανάληψη, ...
Palavras aleatórias
Suportar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: υποφέρω, πάσχω, γεννώ, ντομάτα, εμμένω, υποστηρίζω, βοήθεια, συμπαράσταση, υπομένω, ανέχομαι, υποστήριγμα, αντέχω, παθαίνω, υπόγειος, συντηρώ, κρατώ, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη