Urdir em grego
Tradução: urdir, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
αλέτρι, συνωμοσία, ένταλμα, εφευρίσκω, οργώνω, πλοκή, συνωμοτώ, διαστρεβλώνω, μηχανώμαι, σκευωρώ
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: urdir
urdir sinonimos, urdir puntos, urdir telar, urgir conjugacion, urdir wordreference, urdir dicionário de língua grego, urdir em grego
Traduções
- unânime em grego - ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
- urbano em grego - αστικός, παρακινώ, παροτρύνω, παρόρμηση, αστικών, αστικές, αστική, ...
- urgente em grego - επείγων, άμεσος, επείγουσα, επείγουσες, επείγοντα, επειγόντως
- urgir em grego - παροτρύνω, άμεσος, παρακινώ, επείγων, παρόρμηση, προτρέπω, παροτρύνει, ...
Palavras aleatórias
Urdir em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: αλέτρι, συνωμοσία, ένταλμα, εφευρίσκω, οργώνω, πλοκή, συνωμοτώ, διαστρεβλώνω, μηχανώμαι, σκευωρώ
Traduções: αλέτρι, συνωμοσία, ένταλμα, εφευρίσκω, οργώνω, πλοκή, συνωμοτώ, διαστρεβλώνω, μηχανώμαι, σκευωρώ