Vulgar em grego
Tradução: vulgar, Dicionário: português » grego
Linguagem de origem:
português
Linguagem alvo:
grego
Traduções:
παρακρατώ, συνηθισμένος, απόθεμα, τετριμμένος, ανεπίσημος, κοινός, ξέγνοιαστος, κοινότυπος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας
Palavras relacionadas
Outras línguas
Palavras relacionadas: vulgar
vulgar meaning, vulgar priberam, vulgar de lineu, vulgar sinonimos, vulgar em ingles, vulgar dicionário de língua grego, vulgar em grego
Traduções
- voto em grego - ορκίζομαι, όρκος, ψηφίζω, ψήφος, τάζω, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ...
- vulcão em grego - ηφαίστειο, τρύπα, διέξοδος, καταιγισμός, ηφαιστείου, το ηφαίστειο, στο ηφαίστειο, ...
- vulnerar em grego - χτυπώ, πονώ, βλαβερός, τραύμα, τραυματισμός, πληγώνω, τραυματίζω, ...
- vá em grego - πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Palavras aleatórias
Vulgar em grego - Dicionário: português » grego
Traduções: παρακρατώ, συνηθισμένος, απόθεμα, τετριμμένος, ανεπίσημος, κοινός, ξέγνοιαστος, κοινότυπος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας
Traduções: παρακρατώ, συνηθισμένος, απόθεμα, τετριμμένος, ανεπίσημος, κοινός, ξέγνοιαστος, κοινότυπος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας