Afacere în greacă
Traducere: afacere, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
δουλειές, επιχείρηση, δουλειά, υπόθεση, δεσμός, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: afacere
afacere cu nuci, afacere cu flori, afacere cu prepelite, afacere cu capsuni, afacere cu ciuperci, afacere dictionarul de limbaje greacă, afacere în greacă
Traduceri
- aerosol în greacă - σπρέι, αεροζόλ, αερολύματος, αερόλυμα, αερολυμάτων, αεροζόλης
- afabil în greacă - προσηνής, φιλικός, πρόσχαρος, αξιαγάπητος, εγκάρδιος, αβρός, ζεστός, ...
- afară în greacă - έξω, από, τις, καθορίζονται, ορίζονται
- afectuos în greacă - στοργικός, μαλακός, ζεστός, τρυφερός, στοργική, στοργικό, στοργικοί, ...
Cuvinte aleatorii
Afacere în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: δουλειές, επιχείρηση, δουλειά, υπόθεση, δεσμός, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Traduceri: δουλειές, επιχείρηση, δουλειά, υπόθεση, δεσμός, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές