Automobil în greacă
Traducere: automobil, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
αυτοκίνητο, κούρσα, μηχάνημα, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: automobil
automobil wikipedia, automobil de epoca, automobil hibrid, automobil dex, automobil electric, automobil dictionarul de limbaje greacă, automobil în greacă
Traduceri
- automat în greacă - αυτόματο, αυτοματικός, αυτόματη, αυτόματης, αυτόματες, αυτόματα
- automatizare în greacă - αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
- autonomie în greacă - αυτονομία, αυτονομίας, την αυτονομία, της αυτονομίας, η αυτονομία
- autor în greacă - γεννήτρια, συγγραφέας, πηγή, συγγραφέα, Συντάκτης, συντάκτη, δημιουργού
Cuvinte aleatorii
Automobil în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: αυτοκίνητο, κούρσα, μηχάνημα, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό
Traduceri: αυτοκίνητο, κούρσα, μηχάνημα, αυτοκινήτων, αυτοκινήτου, το αυτοκίνητο, αυτοκίνητό