Bogat în greacă
Traducere: bogat, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
κοκκινίζω, εύπορος, πλούσιος, ευκατάστατος, πλούσια, πλούσιο, πλούσιες, πλούσια σε
Alte limbi
Cuvinte asemenea: bogat
bogat in fibre, bogat bogatinov, bogat in engleza, bogat sarac, bogat e greu, bogat dictionarul de limbaje greacă, bogat în greacă
Traduceri
- bob în greacă - κόκκος, δημητριακά, σπυρί, σιτηρά, σιτηρών, κόκκους, κόκκων
- bobină în greacă - μηχανάκι, σπείρα, πηνίο, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
- bogăţie în greacă - πλούτος, πλούτου, πλούτο, τον πλούτο, του πλούτου
- boicot în greacă - μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
Cuvinte aleatorii
Bogat în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: κοκκινίζω, εύπορος, πλούσιος, ευκατάστατος, πλούσια, πλούσιο, πλούσιες, πλούσια σε
Traduceri: κοκκινίζω, εύπορος, πλούσιος, ευκατάστατος, πλούσια, πλούσιο, πλούσιες, πλούσια σε