Delict în greacă
Traducere: delict, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
αδίκημα, προσβολή, έγκλημα, παράβαση, αδικήματος, παράβασης, αξιόποινη πράξη
Alte limbi
Cuvinte asemenea: delict
delict de presa, delict definitie, delict definition law, delict civil dex, delict civil, delict dictionarul de limbaje greacă, delict în greacă
Traduceri
- delicat în greacă - λεπτός, φίνος, αδύναμος, εύθραυστος, μαλθακός, ευαίσθητος, λεπτή, ...
- delicios în greacă - νόστιμος, νόστιμα, νόστιμο, νόστιμη, πολύ νόστιμο, υπέροχο
- demnitate în greacă - αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
- democrat în greacă - δημοκρατικός, δημοκράτης, Δημοκρατών, δημοκράτη, Δημοκρατικών, Δημοκρατικός
Cuvinte aleatorii
Delict în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: αδίκημα, προσβολή, έγκλημα, παράβαση, αδικήματος, παράβασης, αξιόποινη πράξη
Traduceri: αδίκημα, προσβολή, έγκλημα, παράβαση, αδικήματος, παράβασης, αξιόποινη πράξη