Efect în greacă
Traducere: efect, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις
Alte limbi
Cuvinte asemenea: efect
efect purgativ, efect laxativ, efect placebo, efect carminativ, efect hall, efect dictionarul de limbaje greacă, efect în greacă
Traduceri
- educator în greacă - παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικού, εκπαιδευτή
- educaţie în greacă - εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
- eficace în greacă - αποδοτικός, αποτελεσματικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
- efort în greacă - προσπάθεια, προσπάθειας, προσπάθειες, προσπάθεια για, προσπαθειών
Cuvinte aleatorii
Efect în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις
Traduceri: αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, αποτελέσματος, επιπτώσεις