Inegalitate în greacă
Traducere: inegalitate, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
ανισότητα, ανισότητας, ανισοτήτων, ανισότητες, της ανισότητας
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: inegalitate
inegalitate sociala, inegalitate generata de globalizare economica, inegalitate de gen, inegalitate pentru toti, inegalitate pupilara, inegalitate dictionarul de limbaje greacă, inegalitate în greacă
Traduceri
- industrie în greacă - κατασκευάζω, βιομηχανία, βιομηχανίας, κλάδου, κλάδου παραγωγής, κλάδο
- ine în greacă - κρατώ, αμπάρι, στηρίγματα, στηρίξεις, υποστηρίγματα, υποστηρίζει, υποστηρίξεις
- inel în greacă - δαχτυλίδι, δακτυλίδι, ταινία, δακτύλιος, μάτι, δακτυλίου, δακτύλιο, ...
- inerţie în greacă - αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Cuvinte aleatorii
Inegalitate în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: ανισότητα, ανισότητας, ανισοτήτων, ανισότητες, της ανισότητας
Traduceri: ανισότητα, ανισότητας, ανισοτήτων, ανισότητες, της ανισότητας