Izvor în greacă
Traducere: izvor, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
αναπηδώ, πηγή, βρύση, εκτινάσσομαι, άνοιξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Cuvinte asemenea
Alte limbi
Cuvinte asemenea: izvor
izvor de intelepciune, izvor de drept, izvor in vis, izvor in engleza, izvor olt, izvor dictionarul de limbaje greacă, izvor în greacă
Traduceri
- izola în greacă - απομονώνω, διαχωρίζω, απομονώσουμε, απομονώσει, απομονώσουν, απομονώνουν, απομονώνει
- izolat în greacă - απόκοσμος, μόνος, μοναχός, ασυντρόφευτος, μοναχικός, απομονωμένος, απομονωμένες, ...
- jaguar în greacă - ιαγουάρος, πάνθηρας, Jaguar, της Jaguar, ιαγουάρο, τζάγκουαρ
- jale în greacă - λύπη, πένθος, πένθους, το πένθος, θρήνος, θρήνου
Cuvinte aleatorii
Izvor în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: αναπηδώ, πηγή, βρύση, εκτινάσσομαι, άνοιξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Traduceri: αναπηδώ, πηγή, βρύση, εκτινάσσομαι, άνοιξη, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές