Muniţie în greacă
Traducere: muniţie, Dictionar: română » greacă
Limba sursa:
română
Limba tinta:
greacă
Traduceri:
πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
Alte limbi
Cuvinte asemenea: muniţie
muniţie românească, muniţie vânătoare, muniţie dictionarul de limbaje greacă, muniţie în greacă
Traduceri
- muncitor în greacă - εργατικός, σκληρή εργασία, σκληρής εργασίας, εργάζονται σκληρά, από σκληρή εργασία
- muncă în greacă - κοπιάζω, μόχθος, εργασία, κόπος, εργάζομαι, το έργο, η εργασία, ...
- munte în greacă - αυξάνομαι, βουνό, όρος, ανεβαίνω, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ...
- mur în greacă - ώμος, σπάλα, βατόμουρο, BlackBerry, βατόμουρου, το BlackBerry, το βατόμουρο
Cuvinte aleatorii
Muniţie în greacă - Dictionar: română » greacă
Traduceri: πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
Traduceri: πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια