Аккуратный на греческом языке
Перевод: аккуратный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αρκετός, κλαδεύω, ωραίος, ακριβής, συνεπής, προσεκτικός, εξονυχιστικός, ακριβολόγος, λεπτομερής, συγυρίζω, συγυρισμένος, κομψός, τακτοποιώ, συγκεκριμένος, κουρεύω, ψαλιδίζω, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: аккуратный
аккуратный синоним, аккуратный нос, аккуратный переезд, аккуратный перевод, аккуратный викисловарь, аккуратный словарь иностранных слов греческий, аккуратный на греческом языке
Переводы
- аккуратно на греческом языке - έξυπνα, κομψά, έγκαιρα, ακριβέστατα, προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, ...
- аккуратность на греческом языке - συνέπεια, ακριβολογία, ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- аконит на греческом языке - ακονίτο, aconite, ακόνιτο
- акр на греческом языке - στρέμμα, στρεμμάτων, εκτάριο, acre, στρέμματος
Случайные слова
Аккуратный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αρκετός, κλαδεύω, ωραίος, ακριβής, συνεπής, προσεκτικός, εξονυχιστικός, ακριβολόγος, λεπτομερής, συγυρίζω, συγυρισμένος, κομψός, τακτοποιώ, συγκεκριμένος, κουρεύω, ψαλιδίζω, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη
Переводы: αρκετός, κλαδεύω, ωραίος, ακριβής, συνεπής, προσεκτικός, εξονυχιστικός, ακριβολόγος, λεπτομερής, συγυρίζω, συγυρισμένος, κομψός, τακτοποιώ, συγκεκριμένος, κουρεύω, ψαλιδίζω, νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη