Амортизатор на греческом языке
Перевод: амортизатор, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
υποτίμηση, προφυλακτήρας, ασπίδα, αμορτισέρ, απορρόφησης κραδασμών, μέσο απορρόφησης κραδασμών, αποσβεστήρα, αποσβεστήρα κραδασμών
Другие языки
Родственные слова: амортизатор
амортизатор для фитнеса, амортизатор ваз 2107, амортизатор велосипедный, амортизатор каяба, амортизатор это, амортизатор словарь иностранных слов греческий, амортизатор на греческом языке
Переводы
- аморальность на греческом языке - ανηθικότητα, ανηθικότητας, την ανηθικότητα, η ανηθικότητα, της ανηθικότητας
- аморальный на греческом языке - ανήθικος, ανήθικο, ανήθικη, ανήθικες, ανήθικα
- амортизация на греческом языке - φορώ, σχίζω, σκίζω, εξαγορά, λύτρωση, δάκρυ, υποτίμηση, ...
- амортизировать на греческом языке - απορροφώ, εξαγοράζω, ξεπληρώνω με δόσεις, αποσβέσει, αποσβέσουν, αποσβέσουν τις, την απόσβεση
Случайные слова
Амортизатор на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: υποτίμηση, προφυλακτήρας, ασπίδα, αμορτισέρ, απορρόφησης κραδασμών, μέσο απορρόφησης κραδασμών, αποσβεστήρα, αποσβεστήρα κραδασμών
Переводы: υποτίμηση, προφυλακτήρας, ασπίδα, αμορτισέρ, απορρόφησης κραδασμών, μέσο απορρόφησης κραδασμών, αποσβεστήρα, αποσβεστήρα κραδασμών