Апологет на греческом языке
Перевод: апологет, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
συνηγορώ, υπερασπιστής, υποστηρικτής, συνήγορος, απολογητής, απολογητή, απολογητής της, απολογητής του, απολογητήςτων
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: апологет
апологет философия, апологет це, апологет правды, апологет компания, апологет церковной унии, апологет словарь иностранных слов греческий, апологет на греческом языке
Переводы
- апокрифический на греческом языке - απόκρυφος, απόκρυφα, απόκρυφο, απόκρυφη, απόκρυφες
- аполлон на греческом языке - Απόλλων, Απόλλωνας, Απόλλωνα, Apollo, του Απόλλωνα
- апологетика на греческом языке - απολογητική, απολογητικής, απολογητών, apologetics, απολογίες
- апологетический на греческом языке - απολογητικός, απολογητική, απολογητικό, απολογητικά, απολογητικές
Случайные слова
Апологет на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: συνηγορώ, υπερασπιστής, υποστηρικτής, συνήγορος, απολογητής, απολογητή, απολογητής της, απολογητής του, απολογητήςτων
Переводы: συνηγορώ, υπερασπιστής, υποστηρικτής, συνήγορος, απολογητής, απολογητή, απολογητής της, απολογητής του, απολογητήςτων