Бдительный на греческом языке
Перевод: бдительный, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
στενός, δεσποτικός, γνωστικός, αυταρχικός, ζωντανός, άγρυπνος, επιτακτικός, αλαζονικός, ξυπνώ, προσεκτικός, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: бдительный
бдительный молот джейса, бдительный синоним, бдительный страж, бдительный страж футбольных ворот, обаятельный человек это, бдительный словарь иностранных слов греческий, бдительный на греческом языке
Переводы
- бдеть на греческом языке - παρακολουθώ, φρουρά, βλέπω, ρολόι, κρατήσει το ρολόι, να κρατήσει το ρολόι, να παρακολουθεί, ...
- бдительность на греческом языке - ρολόι, φρουρά, ετοιμότητα, επαγρύπνηση, παρακολουθώ, βλέπω, επαγρύπνησης, ...
- бег на греческом языке - τρέξιμο, ράτσα, τρέχω, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
- бега на греческом языке - τρέξιμο, λειτουργία, λειτουργίας, τρέχει, διεξαγωγή
Случайные слова
Бдительный на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: στενός, δεσποτικός, γνωστικός, αυταρχικός, ζωντανός, άγρυπνος, επιτακτικός, αλαζονικός, ξυπνώ, προσεκτικός, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση
Переводы: στενός, δεσποτικός, γνωστικός, αυταρχικός, ζωντανός, άγρυπνος, επιτακτικός, αλαζονικός, ξυπνώ, προσεκτικός, συναγερμός, συναγερμού, προειδοποίησης, ειδοποίησης, ειδοποίηση