Ввиду на греческом языке
Перевод: ввиду, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
τελείωσε, απέναντι, σε, δια, πάνω, διαμέσου, ενόψει της, εν όψει της, ενόψει, ενόψει των, ενόψει του
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: ввиду
ввиду правописание, ввиду болезни, ввиду того что, ввиду или ввиду, ввиду синоним, ввиду словарь иностранных слов греческий, ввиду на греческом языке
Переводы
- вверяться на греческом языке - βάζω, τοποθετώ, εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνης, την εμπιστοσύνη, η εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης
- ввести на греческом языке - εργαλείο, όργανο, επιβάλλω, θεσπίζω, εισάγω, συστήνω, υλοποιώ, ...
- ввинчивать на греческом языке - βιδώνω, βίδα, βιδώστε, βίδα σε, βιδώσετε, βιδώνετε, βιδώνονται
- ввод на греческом языке - εισαγωγή, εισόδου, είσοδο, εισαγωγής, εισροών
Случайные слова
Ввиду на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: τελείωσε, απέναντι, σε, δια, πάνω, διαμέσου, ενόψει της, εν όψει της, ενόψει, ενόψει των, ενόψει του
Переводы: τελείωσε, απέναντι, σε, δια, πάνω, διαμέσου, ενόψει της, εν όψει της, ενόψει, ενόψει των, ενόψει του