Вздорожать на греческом языке
Перевод: вздорожать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, αύξηση, αύξηση των τιμών, αύξησης των τιμών, να αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί στην τιμή
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: вздорожать
вздорожать словарь иностранных слов греческий, вздорожать на греческом языке
Переводы
- вздорный на греческом языке - κουτός, χαζός, παράλογος, καβγατζής, φιλόνικος, εριστικός, εριστική, ...
- вздорожание на греческом языке - εκτίμηση, ανατίμηση, εκτίμησή, την εκτίμησή, εκτίμησης
- вздох на греческом языке - αναστεναγμός, αναπνοή, αναστενάζω, ανάσα, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό
- вздохнуть на греческом языке - ξεκουράζομαι, αναπνέω, αναστενάζω, ησυχασμός, αναστεναγμός, υπόλοιπος, αναπνέετε, ...
Случайные слова
Вздорожать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, αύξηση, αύξηση των τιμών, αύξησης των τιμών, να αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί στην τιμή
Переводы: ανατέλλω, ορθώνομαι, αυξάνομαι, αύξηση, αύξηση των τιμών, αύξησης των τιμών, να αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί σε τιμή, αυξηθεί στην τιμή