Включить на греческом языке

Перевод: включить, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αλλαγή, περιλαμβάνω, εμπλέκω, εμπλέκομαι, μπλέκω, αλλάζω, διακόπτης, συμπεριλαμβάνω, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιήστε, ενεργοποιήσετε την, ενεργοποιήσετε τη, ενεργοποιείτε
Включить на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: включить

включить радио, включить скайп, включить cookie, включить javascript, включить макросы в excel 2007, включить словарь иностранных слов греческий, включить на греческом языке

Переводы

  • включение на греческом языке - καταχώρηση, κατανόηση, συνέπεια, συμπερίληψη, υπόνοια, προσθήκη, ένταξη, ...
  • включенный на греческом языке - ζωντανός, περιλαμβάνονται, περιλαμβάνεται, συμπεριλαμβάνεται, που περιλαμβάνονται, συμπεριλαμβάνονται
  • включиться на греческом языке - συνδέω, κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ...
  • вколачивать на греческом языке - μαστιγώνω, καρφί, εμβολίζω, κριάρι, πρόκα, νύχι, σφυρί, ...
Случайные слова
Включить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αλλαγή, περιλαμβάνω, εμπλέκω, εμπλέκομαι, μπλέκω, αλλάζω, διακόπτης, συμπεριλαμβάνω, ενεργοποιήσετε, ενεργοποιήστε, ενεργοποιήσετε την, ενεργοποιήσετε τη, ενεργοποιείτε