Вкрапиться на греческом языке
Перевод: вкрапиться, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
βρίσκομαι, είμαι, διανύω, διασπείρω, διανθίστε, διασπείρει, διανθίζουν, διανθίζουν τον
Другие языки
Родственные слова: вкрапиться
вкрапиться словарь иностранных слов греческий, вкрапиться на греческом языке
Переводы
- вкрадчивый на греческом языке - φίνος, απαλός, άνοστος, εκλεπτυσμένος, στιλπνός, λεπτός, λιπαρός, ...
- вкрадываться на греческом языке - κόλακας, σέρνομαι, έρπω, κλίνουν, περάσει στο, παρεισφρήσουν, σέρνεται, ...
- вкрапление на греческом языке - συμπερίληψη, ένταξη, ένταξης, ενσωμάτωση, καταχώριση
- вкрапленность на греческом языке - γονιμοποίηση, εμπότιση, εμποτισμού, εμποτισμό, εμποτισμός
Случайные слова
Вкрапиться на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: βρίσκομαι, είμαι, διανύω, διασπείρω, διανθίστε, διασπείρει, διανθίζουν, διανθίζουν τον
Переводы: βρίσκομαι, είμαι, διανύω, διασπείρω, διανθίστε, διασπείρει, διανθίζουν, διανθίζουν τον