Возобновить на греческом языке
Перевод: возобновить, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
προβαίνω, ανακτώ, επισκευάζω, αναστηλώνω, ξαναρχίζω, προχωρώ, αποκαθιστώ, επισκευή, αναπαράγομαι, αναβιώνω, αναζωογονώ, περίληψη, βιογραφικό, το βιογραφικό, επαναλάβει, περίληψή
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: возобновить
возобновить перевод, возобновить отношения с девушкой, возобновить услугу мобильный банк, восстановить загрузку chrome, возобновить мобильный банк, возобновить словарь иностранных слов греческий, возобновить на греческом языке
Переводы
- возня на греческом языке - ντόρος, θόρυβος, αναστάτωση, ταραχή, ρακέτα, φασαρία, παραζάλη, ...
- возобладать на греческом языке - επικρατώ, υπερισχύω, επικρατήσει, επικρατήσουν, υπερισχύουν, υπερισχύει, επικρατούν
- возобновление на греческом языке - επιστροφή, επαναφορά, αναζωογόνηση, αναβαθμίζω, ανανέωση, αναβάθμιση, συνέχεια, ...
- возобновляемый на греческом языке - περιστρεφόμενος, ανανεώσιμος, περιστροφικός, ανανεώσιμες πηγές, ανανεώσιμων, ανανεώσιμες, ανανεώσιμων πηγών, ...
Случайные слова
Возобновить на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: προβαίνω, ανακτώ, επισκευάζω, αναστηλώνω, ξαναρχίζω, προχωρώ, αποκαθιστώ, επισκευή, αναπαράγομαι, αναβιώνω, αναζωογονώ, περίληψη, βιογραφικό, το βιογραφικό, επαναλάβει, περίληψή
Переводы: προβαίνω, ανακτώ, επισκευάζω, αναστηλώνω, ξαναρχίζω, προχωρώ, αποκαθιστώ, επισκευή, αναπαράγομαι, αναβιώνω, αναζωογονώ, περίληψη, βιογραφικό, το βιογραφικό, επαναλάβει, περίληψή