Восхищать на греческом языке
Перевод: восхищать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κατάσχω, συλλαμβάνω, εισβάλλω, σφίγγω, αιχμαλωτίζω, χαρά, παίρνω, αιχμαλωσία, μαγεύω, ηδονή, εντρυφώ, ευφροσύνη, πιάνω, καταλαμβάνω, γοητεύω, θέλγω, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: восхищать
как восхищать мужа, восхищать это, восхищаться викисловарь, восхищаться синоним, восхищаться перевод, восхищать словарь иностранных слов греческий, восхищать на греческом языке
Переводы
- восхитить на греческом языке - κατάσχω, αιχμαλωσία, εισβάλλω, αιχμαλωτίζω, αρπάζω, χαρά, εντρυφώ, ...
- восхититься на греческом языке - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
- восхищаться на греческом языке - θαυμάζω, θαυμάσετε, θαυμάσει, θαυμάσουν, να θαυμάσετε
- восхищение на греческом языке - ευφροσύνη, έκσταση, θαυμασμός, ηδονή, εντρυφώ, χαρά, θαυμασμό, ...
Случайные слова
Восхищать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κατάσχω, συλλαμβάνω, εισβάλλω, σφίγγω, αιχμαλωτίζω, χαρά, παίρνω, αιχμαλωσία, μαγεύω, ηδονή, εντρυφώ, ευφροσύνη, πιάνω, καταλαμβάνω, γοητεύω, θέλγω, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση
Переводы: κατάσχω, συλλαμβάνω, εισβάλλω, σφίγγω, αιχμαλωτίζω, χαρά, παίρνω, αιχμαλωσία, μαγεύω, ηδονή, εντρυφώ, ευφροσύνη, πιάνω, καταλαμβάνω, γοητεύω, θέλγω, απόλαυση, ευχαρίστηση, απόλαυσης, την απόλαυση