Выдвигать на греческом языке
Перевод: выдвигать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
προωθώ, σπρώξιμο, φέρνω, προτείνω, προάγω, κίνηση, σαλεύω, συστήνω, σπρώχνω, συνιστώ, κινώ, εξέχω, μετακομίζω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: выдвигать
выдвинуть ультиматум, выдвигать требования синоним, выдвигать english, выдвигать перевод, выдвигать синоним, выдвигать словарь иностранных слов греческий, выдвигать на греческом языке
Переводы
- выдающий на греческом языке - Εξαιρετική, Άριστος, εκκρεμή, εκκρεμών, Εκκρεμείς
- выдающийся на греческом языке - σημαντικός, αξιοσημείωτος, εξαιρετικός, απίθανος, μεγάλος, διακεκριμένος, κορυφαίος, ...
- выдвигаться на греческом языке - βηματίζω, έρχομαι, σπρώχνω, βήμα, διάβημα, εξέχω, σπρώξιμο, ...
- выдвижение на греческом языке - προώθηση, ανάδειξη, προαγωγή, υποψηφιότητα, διορισμό, διορισμού, διορισμός, ...
Случайные слова
Выдвигать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: προωθώ, σπρώξιμο, φέρνω, προτείνω, προάγω, κίνηση, σαλεύω, συστήνω, σπρώχνω, συνιστώ, κινώ, εξέχω, μετακομίζω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν
Переводы: προωθώ, σπρώξιμο, φέρνω, προτείνω, προάγω, κίνηση, σαλεύω, συστήνω, σπρώχνω, συνιστώ, κινώ, εξέχω, μετακομίζω, υποβάλει, προέβαλε, προβάλλει, προβάλει, προβάλλουν