Выпуклость на греческом языке
Перевод: выпуклость, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
αφεντικό, πρήξιμο, διογκώνω, χερούλι, πρήζω, φλεγμονή, καρούμπαλο, κύρτωμα, κραδασμός, φουσκώνω, βολβός, εξογκώνω, γλόμπος, κυρτότητα, κυρτότητας, κυρτότητος, της κυρτότητας, convexity
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: выпуклость
выпуклость на лбу, выпуклость многоугольника, выпуклость множества, выпуклость на ноге, выпуклость фотошоп, выпуклость словарь иностранных слов греческий, выпуклость на греческом языке
Переводы
- выпукло на греческом языке - ζωηρά, ανακούφιση, ανακούφισης, ελάφρυνση, αρωγής, ανάγλυφο
- выпукло-вогнутый на греческом языке - κυρτο, κυρτού, σχήμα κυρτού
- выпуклый на греческом языке - διαπρεπής, ευδιάκριτος, βολβός, διακεκριμένος, γλόμπος, αυταρχικός, κυρτός, ...
- выпуск на греческом языке - εκπυρσοκρότηση, εκκρίνω, δημοσίευση, εκροή, έκδοση, απαλλοτρίωση, παραγωγή, ...
Случайные слова
Выпуклость на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: αφεντικό, πρήξιμο, διογκώνω, χερούλι, πρήζω, φλεγμονή, καρούμπαλο, κύρτωμα, κραδασμός, φουσκώνω, βολβός, εξογκώνω, γλόμπος, κυρτότητα, κυρτότητας, κυρτότητος, της κυρτότητας, convexity
Переводы: αφεντικό, πρήξιμο, διογκώνω, χερούλι, πρήζω, φλεγμονή, καρούμπαλο, κύρτωμα, κραδασμός, φουσκώνω, βολβός, εξογκώνω, γλόμπος, κυρτότητα, κυρτότητας, κυρτότητος, της κυρτότητας, convexity