Завладевать на греческом языке

Перевод: завладевать, Словарь: русском » греческий

Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
απασχολώ, ξαπλώνω, καταλαμβάνω, κοσμικός, πηδώ, απορροφώ, στρώνω, παίρνω, κατάσχω, αδράξουν, αδράξουμε, αδράξει, κατάσχουν, κατάσχει
Завладевать на греческом языке
Родственные слова
Другие языки

Родственные слова: завладевать

завладевать словарь иностранных слов греческий, завладевать на греческом языке

Переводы

  • завихрение на греческом языке - προτίμηση, φανταστικός, γούστο, δίνη, γουστάρω, στροβιλισμού, στροβίλου, ...
  • завком на греческом языке - επιτροπή, επιτροπής, ΟΚΕ, της επιτροπής, επιτροπή που
  • завладение на греческом языке - κατοχή, επάγγελμα, κατάληψη, απόκτηση, εξαγορά, απόκτησης, αγορά, ...
  • завладеть на греческом языке - κατάσχω, καταλαμβάνω, να αναλάβει, να αναλάβουν, για να αναλάβει, να αναλάβει την, ανάληψης
Случайные слова
Завладевать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: απασχολώ, ξαπλώνω, καταλαμβάνω, κοσμικός, πηδώ, απορροφώ, στρώνω, παίρνω, κατάσχω, αδράξουν, αδράξουμε, αδράξει, κατάσχουν, κατάσχει