Заключать на греческом языке
Перевод: заключать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
χτυπώ, απεργία, περιλαμβάνω, φτιάχνω, πνιγηρός, κατασκευάζω, κολλητός, αναχαιτίζω, περικλείω, κοντά, συμπεραίνω, μάντρα, στυλό, εξαναγκάζω, περιέχω, συμπεριλαμβάνω, καταλήγω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: заключать
заключать трудовой договор можно с, заключать синонимы, заключать договор перевод на английский, заключать синоним, заключать контракт перевод, заключать словарь иностранных слов греческий, заключать на греческом языке
Переводы
- заклиниваться на греческом языке - αρμόζω, βρίσκομαι, συνωστισμός, γίνομαι, διανύω, είμαι, μαρμελάδα, ...
- заклиниться на греческом языке - αρμόζω, διανύω, βρίσκομαι, γίνομαι, είμαι, μπλοκαρισμένο, εμπλοκή, ...
- заключаться на греческом языке - ψεύδομαι, κείμαι, τελειώνω, τέλος, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ...
- заключение на греческом языке - τέλος, δέσμευση, επαγωγή, απόφαση, έκπτωση, ανάπτυξη, συμπέρασμα, ...
Случайные слова
Заключать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: χτυπώ, απεργία, περιλαμβάνω, φτιάχνω, πνιγηρός, κατασκευάζω, κολλητός, αναχαιτίζω, περικλείω, κοντά, συμπεραίνω, μάντρα, στυλό, εξαναγκάζω, περιέχω, συμπεριλαμβάνω, καταλήγω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν
Переводы: χτυπώ, απεργία, περιλαμβάνω, φτιάχνω, πνιγηρός, κατασκευάζω, κολλητός, αναχαιτίζω, περικλείω, κοντά, συμπεραίνω, μάντρα, στυλό, εξαναγκάζω, περιέχω, συμπεριλαμβάνω, καταλήγω, συνάπτουν, συνάπτει, συνάψουν, να συνάπτουν