Застучать на греческом языке
Перевод: застучать, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
πιάνω, αρπάζω, αρχίζουν να, να αρχίσουν να, αρχίσουν να, αρχίσει να, να αρχίσει να
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: застучать
застучать значение, стучать по крыше, застучать словарь иностранных слов греческий, застучать на греческом языке
Переводы
- заступнический на греческом языке - μεσολαβητικός, μεσολαβητική, μεσιτική, τη μεσολαβητική, στη μεσιτική
- заступничество на греческом языке - προστασία, μεσιτεία, μεσολάβηση, πατρονάρισμα, μεσιτείας, μεσιτεύει, ικεσία
- застывание на греческом языке - ψύξη, παγερός, περιβάλλον, στερεοποίηση, στερεοποίησης, στερεοποιήσεως, τη στερεοποίηση, ...
- застывать на греческом языке - κρουσταλλιάζω, δένω, πυκνώνω, δροσερός, πήζω, παγώνω, καταψύχω, ...
Случайные слова
Застучать на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: πιάνω, αρπάζω, αρχίζουν να, να αρχίσουν να, αρχίσουν να, αρχίσει να, να αρχίσει να
Переводы: πιάνω, αρπάζω, αρχίζουν να, να αρχίσουν να, αρχίσουν να, αρχίσει να, να αρχίσει να