Заточение на греческом языке
Перевод: заточение, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
κηδεμονία, κράτηση, δέσμευση, εξορίζω, εξορία, απομόνωση, φύλαξη, φυλάκιση, προαύλιο της κολάσεως, τόπος λησμονημένων ανθρώπων
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: заточение
зарождение синоним, заточение вов, заточение царевны софьи, заточение это, заточение кепки online, заточение словарь иностранных слов греческий, заточение на греческом языке
Переводы
- затормозиться на греческом языке - κλειδαριά, επιβραδύνει, επιβραδύνουν, να επιβραδύνει, επιβραδυνθεί, επιβραδύνει την
- заточать на греческом языке - περιστέλλω, φυλακίζω, περιορίζω, περιορίσει, περιορίζεται, περιοριστώ, περιορίζουν, ...
- заточенный на греческом языке - cloistered, εγκλωβισμένα, απομονωμένοι, εγκλωβισμένα πίσω, εγκλειμένο σε μοναστήρι
- заточить на греческом языке - ακονίζω, ξύνω, οξύνει, οξύνουν, εντείνει, ακονίσουν
Случайные слова
Заточение на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: κηδεμονία, κράτηση, δέσμευση, εξορίζω, εξορία, απομόνωση, φύλαξη, φυλάκιση, προαύλιο της κολάσεως, τόπος λησμονημένων ανθρώπων
Переводы: κηδεμονία, κράτηση, δέσμευση, εξορίζω, εξορία, απομόνωση, φύλαξη, φυλάκιση, προαύλιο της κολάσεως, τόπος λησμονημένων ανθρώπων