Зацепка на греческом языке
Перевод: зацепка, Словарь: русском » греческий
Язык оригинала:
русском
Язык перевода:
греческий
Переводы:
γάντζος, άγκιστρο, αρπάζω, γόμφος, αγκιστρώνω, πιάνω, αναποδιά, κανένα πρόβλημα, εμπόδιο, κοτσαδόρου, κοτσαδόρο
Родственные слова
Другие языки
Родственные слова: зацепка
зацепка воронеж, зацепка на галстук, зацепка синоним, зацепка на шифоновой блузке, зацепка для ссоры, зацепка словарь иностранных слов греческий, зацепка на греческом языке
Переводы
- зацементировать на греческом языке - λάσπη, τσιμέντο, μπετό, τσιμέντου, το τσιμέντο, του τσιμέντου, κονίας
- зацепить на греческом языке - άγκιστρο, γάντζος, αγκιστρώνω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, ...
- зацепление на греческом языке - αρραβώνες, δίχτυ, προσαρμόζω, συνοχή, πλέγμα, ζεύξη, ταχύτητα, ...
- зацеплять на греческом языке - ανησυχία, άγκιστρο, προβληματισμός, αγκιστρώνω, γάντζος, ενδιαφέρον, σύλληψη, ...
Случайные слова
Зацепка на греческом языке - Словарь: русском » греческий
Переводы: γάντζος, άγκιστρο, αρπάζω, γόμφος, αγκιστρώνω, πιάνω, αναποδιά, κανένα πρόβλημα, εμπόδιο, κοτσαδόρου, κοτσαδόρο
Переводы: γάντζος, άγκιστρο, αρπάζω, γόμφος, αγκιστρώνω, πιάνω, αναποδιά, κανένα πρόβλημα, εμπόδιο, κοτσαδόρου, κοτσαδόρο